αποσκιδναμαι

αποσκιδναμαι
    ἀποσκίδναμαι
    ἀπο-σκίδνᾰμαι
    (только inf. ἀποσκίδνασθαι и part. ἀποσκιδνάμενος) рассеиваться, расходиться врозь Hom., Her., Thuc., Plut.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "αποσκιδναμαι" в других словарях:

  • αποσκίδναμαι — ἀποσκίδναμαι κ. κίδναμαι (Α) [σκίδνημι] διασκορπίζομαι …   Dictionary of Greek

  • ἀποσκιδνάμεναι — ἀποσκίδναμαι scatter pres part mp fem nom/voc pl ἀποσκίδναμαι scatter pres inf act (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποσκιδνάμενον — ἀποσκίδναμαι scatter pres part mp masc acc sg ἀποσκίδναμαι scatter pres part mp neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποσκιδναμένοις — ἀποσκίδναμαι scatter pres part mp masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποσκιδναμένους — ἀποσκίδναμαι scatter pres part mp masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποσκιδνάμενα — ἀποσκίδναμαι scatter pres part mp neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποσκιδνάμενοι — ἀποσκίδναμαι scatter pres part mp masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποσκίδνανται — ἀποσκίδναμαι scatter pres ind mp 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποσκίδνασθαι — ἀποσκίδναμαι scatter pres inf mp …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποσκίδνησι — ἀποσκίδναμαι scatter pres ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»